- Φαίδων
- Φαίδωνmasc nom/voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φαίδων — Φιλόσοφος από την Ηλεία, μαθητής του Σωκράτη. Πήρε μέρος στον πόλεμο Ηλείων Σπαρτιατών (401 π.Χ.), αιχμαλωτίστηκε από τους Σπαρτιάτες και ελευθερώθηκε με λύτρα που μαζεύτηκαν στην Αθήνα με προτροπή του Σωκράτη. Ιδρυτής της Ηλειακής Σωκρατικής… … Dictionary of Greek
Γκιζίκης, Φαίδων — Παγασές Βόλου 1917 – 2000). Στρατιωτικός και πρόεδρος της δημοκρατίας στη διάρκεια της δικτατορίας (1973 74). Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου και στη Σχολή Εθνικής Άμυνας. Έλαβε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο … Dictionary of Greek
Κουκουλές, Φαίδων — (Ερμούπολη Σύρου 1881 – Αθήνα 1956). Βυζαντινολόγος, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός. Μετά τις φιλολογικές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ειδικεύτηκε στη γλωσσολογία και στη βυζαντινολογία στη Γερμανία (1907 11). Διετέλεσε καθηγητής… … Dictionary of Greek
Βεγλερής, Φαίδων — (Κωνσταντινούπολη 1903 – Αθήνα 1998). Νομικός, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στα πανεπιστήμια του Μπορντό και του Παρισιού της Γαλλίας, όπου και αναγορεύτηκε διδάκτορας του διοικητικού… … Dictionary of Greek
Федон — (Φαίδων, Phaedo) древнегреческий философ, ученик Сократа; происходил из эвпатридов гор. Элиды. Незадолго до смерти Сократа (около 401 г.), при взятии Элиды спартанцами, Ф. в числе других военнопленных достался одному торговцу рабами, который… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Федон, философ — (Φαίδων, Phaedo) древнегреческий философ, ученик Сократа; происходил из эвпатридов гор. Элиды. Незадолго до смерти Сократа (около 401 г.), при взятии Элиды спартанцами, Ф. в числе других военнопленных достался одному торговцу рабами, который… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Φαίδωνα — Φαίδων masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίδωνι — Φαίδων masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φαίδωνος — Φαίδων masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Морея — Карта средневекового Пелопоннеса и его основаная топонимика Морея (греч … Википедия